Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2013

Η ψυχή σου ψυχή μου



Πόσο εύκολα βαδίζει κανείς στο σκοτάδι; Πόσο δύσκολα στο φως; Ή μήπως τα λεω αντίθετα;

Έχω δυο φωνές μέρες τώρα, τη δική σου και τη δική μου. Η δική σου μου κρατάει συντροφιά η δική μου με εχθρεύεται και τη διώχνω.

Ή μήπως όχι; Όχι όχι δεν είναι φωνές, δεν είναι δυνατόν να είναι απλές φωνές, τι δύναμη μπορεί να κατέχει μια φωνή; Την υψώνεις ή τη χαμηλώνεις και έτσι τελειώνει, σβήνει, χάνεται. Δεν είναι φωνές, ψυχές είναι. Έχω την ψυχή σου συντροφιά που πηγαινοέρχεται μέσα μου στο βαγόνι της σκέψης σου που είναι η σκέψη μου, της σκέψης μου που είναι η σκέψη σου.

Και η δική μου; Η δική μου ψυχή που με εχθρεύεται; Με εχθρεύεται γιατι την απόδιωξα από κοντά μου για να την χαρίσω στον κόσμο. Όχι σε σένα, όχι σε όσους αγαπώ, όχι σε όσους είναι δίπλα μου, αλλά στον κόσμο, εκεί έξω μακριά που δεν φαντάζεται καν την υπάρξη μου, που δεν έχει καμιά ανάγκη να τη μάθει, εκει την έχω στείλει να αφουγκράζεται τους πόνους και τις προσευχές τους και πότε πότε να έρχεται να ομολογάει τι άκουσε και τι είδε. Τόσο άπονη έχω σταθεί χρόνια μαζί της ίσως γιατί με συντροφεύει ο πόνος από παιδί.

Κι έρχεται, έρχεται πότε νύχτες, πότε μέρες, πότε ξημερώματα στο κλάμα βουτηγμένη να με κατηγορεί για τα δεινά που τη στέλνω να βιώνει. Κι άπονα, ως πάντα άπονη μαζί της, χαμογελώ και κρατιέμαι δήθεν δυνατή απέναντι της μέχρι να ξαναφύγει αφού τη διώχνω.

Και μένω παλι μόνη, δίχως ψυχή, άψυχη, ένα κενό κέλυφος που από την οδύνη που εισχωρεί μέσα του αποτυπώνει σε κάθε άγγιγμα ίχνη από μελάνι.

Ευτυχώς που με βρήκε εσχάτως η δική σου κι έχω ψυχή να πορεύομαι, γιατί δίχως ψυχή μέσα σου πώς να πορεύεσαι στον κόσμο;