Νερό
γλυφό που σ’ ήπιαμε στη ματωμένη βρύση
θολό
που έτρεξες μακριά μα πίσω σε γυρνά
μια
μοίρα που δεν όρισες λυπήθηκες στην κρίση
όμως
δικαιολογήθηκες· άπιαστα και πολλά.
Ρήσεις
που σας ακούσαμε είπαμε και τους τίτλους
πιο
πέρα όμως δεν φτάσαμε· φόβος και βογκητό
μείναμε
με το πνεύμα μας να απαγγέλλει στίχους
θυμούμενοι
κάθε φορά το σχετικό ρητό.
Φτώχια
στην υστερία μας να φτάσουμ’ ένα στόχο
ξεχάσαμε
να ζήσουμε μετά ένας πανικός
στο
κάθε ένα βήμα μας ακούγαμ’ ένα ρόγχο
είν’
ο καιρός -δεν ξέραμε- λίγος και δανεικός
Νερό
γλυφό και άδικο, βαρύ στην αποβάθρα
το
πλοίο μας ξεκίνησε μα δεν άνοιξε πανιά
φοβήθηκε
τους κεραυνούς κιότεψε μπρος σε άρθρα
γραμμένα
γι’ άλλους ναυτικούς που δένουν τα σχοινιά.
κάτι απ' τα παλιά, η επανάληψη ξέρετε...