Κάθε νύχτα παραβιάζω το κέλυφος της αγάπης σαν να ήταν φιστίκι.
Το ανοίγω στα δύο να βρω την ψίχα κι εκείνο μου γδέρνει τα νύχια.
Θα μπορούσα να αλλάξω συνήθεια και είδος ώστε να περιοριστώ
στο ξεφλούδισμα ενός αθώου φιστικιού ανατολής
όμως δεν είναι αθώα η αγάπη μου ούτε υστερεί σε απαιτήσεις.
Κάθε νύχτα σαν να ’ναι η ώρα της σιγής
ερημική ακολουθία συνηθειών
παίρνει αργά-αργά τη θέση μιας αόρατης γαλήνης.
Είναι τότε που κοιτάζω τους ανθρώπους στα μάτια, τη ζωή στο μέτωπο.
Είναι τότε που σωπαίνω, που νικώ το Εγώ, που απομακρύνομαι
ίσως γιατί φοβάμαι μήπως εκείνο το κέλυφος που τόσο βίαια σπάω
ενωθεί ξαφνικά και εντός του
με κλείσει.
Το ανοίγω στα δύο να βρω την ψίχα κι εκείνο μου γδέρνει τα νύχια.
Θα μπορούσα να αλλάξω συνήθεια και είδος ώστε να περιοριστώ
στο ξεφλούδισμα ενός αθώου φιστικιού ανατολής
όμως δεν είναι αθώα η αγάπη μου ούτε υστερεί σε απαιτήσεις.
Κάθε νύχτα σαν να ’ναι η ώρα της σιγής
ερημική ακολουθία συνηθειών
παίρνει αργά-αργά τη θέση μιας αόρατης γαλήνης.
Είναι τότε που κοιτάζω τους ανθρώπους στα μάτια, τη ζωή στο μέτωπο.
Είναι τότε που σωπαίνω, που νικώ το Εγώ, που απομακρύνομαι
ίσως γιατί φοβάμαι μήπως εκείνο το κέλυφος που τόσο βίαια σπάω
ενωθεί ξαφνικά και εντός του
με κλείσει.