Τη νύχτα η φωνή μου ματώνει απ’ τις λέξεις
το φως έχει φύγει που την κρύβει καλά
κι όπως στάζει απ’ το στόμα η αγωνία - να φέξει-
πλημμυρίζει το σώμα απ’ της αγάπης το χρώμα.
Μην ακούσεις τι λέω τις ώρες εκείνες
τα θέλω μου είναι τόσο ισχυρά
μα πιο πάνω από μένα κι απ’ του νου μου τις ίνες
φτιάχνω χώρο και βάζω τα δικά σου φτερά.
Στης ζωής το ποτάμι έχω πέσει και πάω
με στραμμένο το βλέμμα στη δική σου εποχή
κι ένα νεύμα σου φτάνει με θεριά να τα βάλω
ή να πάω με το ρεύμα - δήθεν ανακωχή.
Στον πλάστη των ονείρων και γητευτή της ζωής